Έχετε τι βρώσιμον ενθάδε;
κατά Λουκάν – κδ’ 41
(ο Ιησούς προς τους μαθητές, πεινασμένος, μετά την Ανάσταση)
Βάσως Κατράκη, Συσσίτιο. Ξυλογραφία [Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων, Μόνιμη Συλλογή
Η τεράστια έλλειψη τροφίμων που μαστίζει ήδη από τους πρώτους μήνες της Κατοχής κυρίως την Αθήνα και τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και κάποια απομονωμένα νησιά, οδηγεί πολύ γρήγορα στη θέσπιση περιορισμών στη χορήγηση των τροφίμων. Έτσι, από τον Μάιο του 1941 η κατοχική κυβέρνηση καθιερώνει την παροχή τροφίμων με δελτίο, αρχικώς για το ψωμί και αργότερα και για άλλα βασικά είδη διατροφής, με σκοπό την ομοιόμορφη διάθεση ειδών πρώτης ανάγκης στον πληθυσμό. Ωστόσο, όσο η καταλήστευση από τις δυνάμεις κατοχής, η αποδιοργάνωση του κράτους και τελικά η οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας συνεχίζεται, οι μερίδες αυτές συνεχώς μειώνονται ή ακόμα βασικά είδη διατροφής σχεδόν εξαφανίζονται.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση και δεδομένης της συνεχούς αύξησης των τιμών, της υψηλής ανεργίας και της γενικότερης ένδειας, αρχίζουν γρήγορα οι πρώτες προσπάθειες για χορήγηση συσσιτίων, αρχικώς για τις αδύναμες ομάδες του πληθυσμού και σταδιακά για εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες που αδυνατούσαν να εξασφαλίσουν την απαραίτητη για τη συντήρησή τους τροφή. Η επιβίωση είναι πλέον ένα ζήτημα καθημερινού αγώνα που με το πέρασμα των μηνών αφορά όλο και περισσότερο κόσμο.
Τα πρώτα συσσίτια ξεκινάνε μα τα τρόφιμα γρήγορα εξαντλούνται. Τον Οκτώβριο του 1941 έρχεται από την Τουρκία η πρώτη επιχείρηση εφοδιασμού της Ελλάδας σε τρόφιμα, με το ατμόπλοιο «Κουρτουλούς». Την ίδια περίοδο, συστήνεται η πρώτη Επιτροπή Διαχειρίσεως της Αντιπροσωπείας του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταυρού, η οποία αρχίζει το δύσκολο έργο της διάθεσης των τροφίμων που καταφθάνουν στην Ελλάδα.
Γράφει η Μαρίκα Αντωνοπούλου στο ημερολόγιό της στις 18 Δεκεμβρίου 1941: «Η Πείνα και η ακρίβεια σφίγγει καθημερινά τόσο πολύ, που η οργάνωση για συσσίτια γίνεται όλο και πιο εντατική. Έξω από τα φιλανθρωπικά για τους απόρους, τα σχολικά για τα παιδιά, το Πανεπιστήμιο, οι Σύλλογοι, οι Τράπεζες, τα Γραφεία, τα Εργοστάσια, τα Υπουργεία, παντού συσσίτιο δίνουν. Και βλέπεις στους δρόμους απ’ το φτωχότερο, απ’ το ζητιάνο, ως τον καλοντυμένο υπάλληλο, γυναίκες και άντρες, παιδιά και γέρους, όλοι με τα ντενεκεδάκια τους στο χέρι. Πάνε βιαστικοί σαν είναι το τενεκεδάκι αδειανό, αργά, προσεκτικά, σαν το ‘χουν γεμισμένο».
Μαρίκα Αντωνοπούλου, Ημερολόγιο Κατοχής 1941-1944, Αθήνα 2014.
Οι φορείς που αναλαμβάνουν να οργανώσουν συσσίτια είναι πολλοί και συνεχώς αυξάνονται. Το ίδιο το κράτος με τα λαϊκά συσσίτια, στα οποία συνέδραμαν και ιδιωτικές φιλανθρωπικές οργανώσεις, ο Εθνικός Οργανισμός Χριστιανικής Αλληλεγγύης που ιδρύθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό τον Δεκέμβριο του 1941, οι δήμοι, αλλά και ιδιώτες. Συσσίτια ιδρύονται επίσης στους χώρους εργασίας από πολλές επιχειρήσεις, παράλληλα με την εγχρήματη αμοιβή ή και αντί αυτής, από συλλόγους δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, τραπεζικών υπαλλήλων, αλλά και άλλων επαγγελματικών ομάδων, συγγραφέων, καλλιτεχνών, δασκάλων και καθηγητών, γιατρών και δικηγόρων. Τέλος, το ίδιο το ΕΑΜ, μέσω της Εθνικής Αλληλεγγύης, του Εργατικού ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και άλλων κλάδων, αναλαμβάνει να οργανώσει τα δικά του συσσίτια και σταδιακά αποκτά πρόσβαση στον έλεγχό τους συνολικά, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα δικτυα κερδοσκόπων που είχαν αρχίσει να υπεξαιρούν ποσότητες τροφίμων για να τις διοχετεύσουν στη «μαύρη αγορά».
Τα συσσίτια παρασκευάζονται συνήθως μια φορά την ημέρα, έξω από σχολεία, πανεπιστήμια, εκκλησίες, δημαρχεία, τράπεζες κ.α. Ωστόσο, η διανομή τους δεν είναι πάντα καθημερινή και η τροφή που παρέχεται όχι πάντα επαρκής. Όταν φτάνει η ώρα της διανομής, σχηματίζονται ουρές από εκατοντάδες ανθρώπους με ένα κατσαρολάκι στο χέρι, έτοιμο να υποδεχτεί μια μικρή μερίδα φαγητού, που συχνά δεν είναι παρά ένα νεροζούμι με λίγες φακές, φασόλια ή λαχανίδες και μαγειρεμένο μπομποτάλευρο. Για τους περισσότερους κατοίκους των μεγάλων αστικών κέντρων η κατανάλωση σταρένιου ψωμιού, κρέατος, ψαριών, λαδιού, αλλά και γαλακτοκομικών προϊόντων γίνεται γρήγορα μια μακρινή ανάμνηση.
Από τον Μάρτιο του 1942, υπό το βάρος διεθνών πιέσεων, η αγγλική κυβέρνηση αναγκάζεται να άρει μερικώς τον ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας. Ο σταδιακός εφοδιασμός της χώρας με τρόφιμα από το εξωτερικό, κυρίως σιτηρά, ξεκινά και τα συσσίτια αρχίζουν πλέον να λειτουργούν με πιό κανονικούς ρυθμούς.
15ήμερη κατάσταση συσσιτίου Κέντρου Νεότητας Δήμου Αθηναίων, 16/2/1944 [Ιστορικό Αρχείο Δήμου Αθηναίων]
Μέρλιν: Το κολαστήριο της Γκεστάπο
Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής το αρχηγείο και κρατητήριο της περιβόητης Γκεστάπο στην Αθήνα στεγάστηκε στο κτήριο επί της οδού Μέρλιν 6, γνωστό και ως κολαστήριο της Γκεστάπο. Στα υπόγειά του φυλακίστηκαν, ανακρίθηκαν και βασανίστηκαν με φριχτό τρόπο χιλιάδες άνθρωποι που συνέλαβαν τα τάγματα των SS και των Ελλήνων συνεργατών τους. Πολλοί από αυτούς πέθαναν ή εκτελέστηκαν εκεί, άλλοι μεταφέρθηκαν σε φυλακές και στρατόπεδα και, εντέλει, στον τόπο εκτέλεσης. Μεταπολεμικά, το κτήριο φιλοξένησε υπηρεσίες και εμπορικές χρήσεις.
Στην πρόσοψη του, σε ανάμνηση της ναζιστικής θηριωδίας και της θυσίας των Ελλήνων, βρίσκεται η ολόγλυφη σύνθεση του Θανάση Απάρτη που απεικονίζει έναν όρθιο νέο με δεσμά σε πάσσαλο. Η ξύλινη πόρτα και τα σίδερα της φυλακής αποτελούν τμήμα της μνημειακής σύνθεσης.